Δημοσιεύθηκε στο ΔΡΟΜΟ της Αριστεράς (590/14.Μαίου 2022
Γιώργος Κοντογιώργης, Η δημοκρατία και ο πόλεμος στον
Θουκυδίδη, Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2022, σελ. 472
Με το έργο του Γιώργου Κοντογιώργη «Η δημοκρατία και ο
πόλεμος στον Θουκυδίδη» επιχειρείται μία ανάγνωση της θουκυδίδειας Ιστορίας
υπό το πρίσμα της Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας, δηλαδή στο κλίμα της
κοσμοϊστορίας της οποίας υποκεφάλαιο αποτελεί η νεοτερικότητα.
Από τον διάλογο με το έργο του Θουκυδίδη προκύπτει ότι η
προσέγγιση της πολιτικής ως δύναμης αποτελεί ιδίωμα πρωτίστως της
κρατοκεντρικής συγκρότησης του κόσμου. Διαπιστώνεται, επίσης, ότι όσο η
πόλη/κράτος εξελίσσεται ανθρωποκεντρικά καθοδόν προς τη δημοκρατία, τόσο η επίκληση
της δύναμης στις διακρατικές σχέσεις γίνεται συχνότερη και παράλληλα η πολεμική
αντιμαχία πιο αιματηρή. Ώστε η διαλεύκανση του ζητήματος του πολέμου και της
αιτιακής του βάσης μας προσκαλεί να διερωτηθούμε για τη διαλεκτική σχέση
ανάμεσα στην πόλη ως θεμελιώδη κοινωνία, στην πολιτεία που αποτυπώνει τους εσωτερικούς
κοινωνικούς συσχετισμούς και στη διακρατική σχέση που φέρνει αντιμέτωπες την
πρόσληψη της πολιτικής ως δύναμης, ως εξουσίας ή ως ελευθερίας.
Ο Θουκυδίδης παρατηρεί ότι στον κρατοκεντρισμό αντιμάχονται η
ηγεμονική θέληση των ισχυρών με την ελευθερία των αδυνάτων και ότι, στο πλαίσιο
αυτό, η εξωτερική πολιτική των Δυνάμεων είναι φύσει τυραννική, ανεξαρτήτως
πολιτείας. Είτε πρόκειται για τη δημοκρατία είτε για την ολιγαρχία ή τη
μοναρχία, ο πόλεμος αποτελεί την πολιτική παράμετρο που μετέρχονται οι πόλεις
στις μεταξύ τους σχέσεις. Μέτρο της ειρήνης και του πολέμου, επομένως, είναι το
συμφέρον και πεδίο επιλογής οι συσχετισμοί δύναμης. Στο πλαίσιο αυτό η
ελευθερία έχει ως χορηγός συνθήκη την ετοιμότητα της πόλης να την υπερασποσθεί
εν ανάγκη με τις θυσίες που επάγεται ο πόλεμος. Η έννοια του δίκαιου ή άδικου
πολέμου προσεγγίζεται στον κρατοκεντρισμό ως μεταβλητή που υπόκειται στους
συσχετισμούς δύναμης, όχι ως πολιτειακή σταθερά.
Η αξία του θουκυδίδειου έργου έγκειται στο ότι διαλέγεται με
την ολοκληρωμένη, τη δημοκρατική φάση που διερχόταν η εποχή του, εν αντιθέσει
προς τη νεοτερικότητα την οποία ο Αλιμούσιος στοχαστής ταξινομεί αναλογικά στην
πρώιμη εποχή της αιρετής μοναρχίας. Ωστόσο, η επικαιρότητα του Θουκυδίδη
ξεπερνάει τον κρατοκεντρισμό, καλύπτοντας ευρέως τη μετα-κρατοκεντρική/οικουμενική
περίοδο του κοινωνικού ανθρώπου εξ επόψεως τυπολογίας των πολιτειών (ουσιωδώς
της δημοκρατίας) όσο και διαπολεοτικών ή διακρατικών σχέσεων.
Η κατανόηση του έργου του Θουκυδίδη εισάγει ως προαπαιτούμενο
την επίγνωση του γεγονότος ότι το γνωστικό αντικείμενο της νεοτερικής
κοινωνικής «επιστήμης» και εν προκειμένω της Επιστήμης του Διεθνούς Δικαίου και
των Διεθνών Σχέσεων είναι περιοριστικά οριοθετημένο στην πρώιμη φάση του
σύνολου ανθρωποκεντρικού γίγνεσθαι, η οποία αντιστοιχεί αναλογικά στην
προκλασική περίοδο της πόλης μεταξύ του Δράκοντα και του Σόλωνα (7ο-6ο αιώνα
π.Χ.). Τούτο σημαίνει ότι ο κοσμοσυστημικός χρόνος στον οποίο εγγράφεται ο
Αλιμούσιος στοχαστής προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στη νεοτερική «επιστήμη»
να εξέλθει του γνωσιολογικού σπηλαίου της, να αναστοχασθεί τη φάση από την
οποία διέρχεται η εποχή της και να την προσεγγίσει με γνώμονα την αλλαγή
επιστημονικού παραδείγματος. Αλλαγή που επιβάλλει άλλωστε η δυναμική της
υπέρβασης της πρώιμης φάσης που διέρχεται ο κόσμος της εποχής μας και η είσοδός
του σε μια μεταβατική περίοδο που αναγγέλλει σε βάθος χρόνου την εγκατάστασή
του στο μέσον μιας κρατοκεντρικής, πλην όμως ολοκληρωμένης ανθρωποκεντρικής
περιόδου με πρόσημο τη μετάβαση από την αιρετή μοναρχία στη δημοκρατία.
Ακριβώς αυτός ο μεταβατικός χαρακτήρας της εποχής μας
δημιουργεί ισχυρή ρευστότητα τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και στο
διακρατικό περιβάλλον η οποία προσημαίνει ενδιαφέρουσες ανακατατάξεις στο πεδίο
της κατανομής όσο και της επίκλησης της ισχύος. Οι εξελίξεις που επάγεται η
αντιμαχία μεταξύ Δύσεως και Ρωσίας την περίοδο αυτή με πρόσημο την Ουκρανία και
η σε βάθος χρόνου επερχόμενη αντιπαράθεση της Δύσης με την ανερχόμενη δύναμη
της Κίνα κάνει την θουκυδίδεια σχολή σκέψης μοναδική.