Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΦΥΣΕΩΣ ΜΕΤΑΞΥ (ΜΕΤΑ-ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ) ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ






ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΗΜ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ
Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟ[1]
-------------------------------------------------------------------------------------


Α.Η φύση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και η ελληνική απογείωση.

1. Το ζή­τη­μα της ελ­λη­νι­κής α­πο­γεί­ω­σης που ολοκληρώνεται κα­τά τον 18ο και τον 19ο αιώ­να, γνω­στή ως "νε­ο­ελ­λη­νι­κός δια­φω­τι­σμός", ε­γεί­ρει έ­να μεί­ζον πρό­βλη­μα ταυ­τό­τη­τας. Ε­χει πράγ­μα­τι α­πο­τε­λέ­σει α­ντι­κεί­με­νο διε­ρεύ­νη­σης ως αυτο­τε­λές φαι­νό­με­νο, έ­χουν α­πο­δελ­τιω­θεί και α­να­δει­χτεί ο­ρι­σμέ­νες ση­μα­ντι­κές πτυ­χές του. Ε­χει τέ­λος α­ντι­με­τω­πι­σθεί, ως έ­να βαθ­μό, η σχέ­ση του με τις ευ­ρύ­τε­ρες ευ­ρω­πα­ϊ­κές ε­ξε­λί­ξεις και συ­γκε­κρι­μέ­να με τον ευ­ρω­πα­ϊ­κό διαφω­τι­σμό ε­νώ οι ει­δι­κοί έ­χουν κα­τα­λή­ξει στο συ­μπέ­ρα­σμα ό­τι η ελ­λη­νι­κή "εκδο­χή" του α­πο­τέ­λε­σε έ­να εί­δος ο­χή­μα­τος για τη με­τα­κέ­νω­ση της ευ­ρω­πα­ϊ­κής δυ­να­μι­κής στη ζω­τι­κή πε­ριο­χή του ελ­λη­νι­σμού, δη­λα­δή στη Βαλ­κα­νι­κή, τη Μικρα­σί­α και τις πα­ρευ­ξεί­νιες α­κτές.
Η προ­σέγ­γι­ση αυ­τή, ω­στό­σο, εμ­φα­νί­ζει την ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση πε­ρί­που ως δη­μιούρ­γη­μα εν κε­νώ, ως α­πόρ­ροια της στιγ­μής και κυ­ρί­ως ως α­πλό γέν­νη­μα και προ­έ­κτα­ση της ευ­ρω­πα­ϊ­κής δια­δι­κα­σί­ας. Α­που­σιά­ζει πλή­ρως η α­να­δρο­μι­κή αναφο­ρά δη­λα­δή η προ­βλη­μα­τι­κή για την προέλευση και την ε­ξέ­λι­ξη των δύ­ο αυ­τών κό­σμων, του δυ­τικο­ευ­ρω­πα­ϊ­κού και του ελ­λη­νι­κού, και ο­πωσ­δή­πο­τε η ε­πι­σή­μαν­ση των ι­διαι­τερο­τή­των της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας. Συμ­βαί­νει μά­λι­στα οι δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις, ό­που κα­τα­γρά­φο­νται, της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας α­πό το ευ­ρω­πα­ϊ­κό "πρό­τυ­πο", να α­ξιο­λο­γού­νται ως συ­να­φές μειο­νέ­κτη­μα που κα­λεί­ται να ε­ξη­γή­σει αυ­τό καθ'ε­αυ­τό τις ό­ποιες α­πο­κλί­σεις του νε­ό­τε­ρου ελ­λη­νι­σμού α­πό την ευ­ρύ­τε­ρη ευ­ρω­πα­ϊ­κή δυ­να­μι­κή. Δια­πι­στώ­νε­ται, ε­πο­μέ­νως, ό­τι α­που­σιά­ζει το συ­στα­τι­κό ε­κεί­νο εγ­χεί­ρη­μα που θα α­πο­κω­δι­κο­ποιού­σε τη θε­με­λιώ­δη ι­διο­συ­στα­σί­α της νε­ο­ελ­λη­νι­κής απο­γεί­ω­σης και θα α­πο­κα­θι­στού­σε την αι­τιώ­δη συ­νά­φειά της με την εν γέ­νει εξέ­λι­ξη του κό­σμου και του ελ­λη­νι­σμού.

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Κοντογιώργης - Το διακύβευμα του έθνους - 14 Φεβ 11

 Αναδημοσίευση απο το LoMak's blog



Ομιλία του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γεώργιου Κοντογιώργη, που έγινε στις 14.2.11, στην Παλαιά Βουλή, στα πλαίσια παρουσίασης του πρώτου τεύχους του νέου επιστημονικού περιοδικού «Νέος Ερμής ο Λόγιος» της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού.
Αναδημοσίευση από το Άρδην - Ημερομηνία δημοσίευσης: 18-02-11

Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, στο Φλάς 961

 
 
 
 
Στην εκπομπή του Φλάς 961, 11:00-13:00 με τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο
Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011 
Ακούστε την εκπομπή ΕΔΩ

Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011

Γιώργου Δημ. ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ, Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΩΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ




Η συζήτηση για τη θέση της πολιτικής ως φαινομένου στη διδασκαλία και την έρευνα επικεντρώνεται στις μέρες μας στην αναζήτηση των επιμέρους «αντικειμένων» της και, κατ’ επέκταση, σε μιαν ανάλογη θεματική άρθρωση των σπουδών ή των ερευνητικών αναζητήσεων. Το «αντικείμενο» της πολιτικής επιστήμης, η πολιτική εξουσία, εμφανίζεται ως δεδομένο και ουσιαστικά αυτονόητο, παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις ως προς τις ειδικότερες εκδηλώσεις του, τους παράγοντες που συνεκτιμώνται κατά την εξέτασή του ή τις μεθοδολογικές αφετηρίες της έρευνας. Γι’ αυτό άλλωστε και ο ορισμός της πολιτικής δεν δημιουργεί ιδιαίτερο πρόβλημα.
Εντούτοις, η επιλογή αυτή εμφανίζει μια θεμελιώδη αδυναμία η οποία έγκειται στο ότι η πολιτική ορίζεται σε συνάρτηση με μια συγκεκριμένη δομική της έκφανση, εν προκειμένω την εξουσία κι όχι δυνάμει των στοιχείων που συνθέτουν τη φύση της. Η ταύτιση της πολιτικής με την εξουσία αναπαράγει ουσιαστικά τις πραγματικότητες του πολιτικού φαινομένου στο νεότερο και το σύγχρονο κράτος. Πραγματικότητες που, μολονότι αντανακλούν την πρώιμη ανθρωποκεντρική φάση την οποία διέρχεται ο νεότερος κόσμος, τους αποδίδονται ιδιότητες καθολικής πρωτοτυπίας με ανέκκλητο προοδευτικό πρόσημο. Στο πλαίσιο αυτό το παρελθόν, ως συγκριτικό επιχείρημα, δεν εγγράφεται στη χορεία των ενδιαφερόντων της πολιτικής επιστήμης και οπωσδήποτε η επίκλησή του χρεώνεται σε κατευθύνσεις σκέψης με «ανακλητικό» ως προς την εξέλιξη περιεχόμενο.
Θα επιχειρήσω να καταδείξω την μη επιστημονική και οπωσδήποτε ανιστορική θεμελίωση της προσέγγισης αυτής του πολιτικού φαινομένου, η οποία περιορίζει την επιστήμη της πολιτικής σε μια αξιολογική και εν πολλοίς απολογητική λειτουργία. Συγχρόνως θα υποδείξω την κατεύθυνση μιας εναλλακτικής πρότασης για το «αντικείμενο» της πολιτικής επιστήμης και την εξέλιξη, η οποία προαναγγέλλει αναπόφευκτα την ανάγκη μιας ριζικής επανεκτίμησης του γνωσεολογικού και μεθοδολογικού της οπλοστασίου.

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Γλωσσάρι για την κοσμοσυστημική γνωσιολογία





(από το βιβλίο του Γ.Κοντογιώργη, Η ελληνική δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή, Εκδ. Παρουσία, Αθήνα, 2008, σελ. 267-273)

ΚΟΣΜΟΣΥΣΤΗΜΑ: σύνολο κοινωνιών που διαθέτει εσωτερική αυτάρκεια και συνοχή ως προς τις καταστατικές του παραμέτρους (την οικονομία, την επικοινωνία, κ.ά.), καθώς και κοινές θεμέλιες αξιακές και ιδεολογικο-πολιτισμικές ορίζουσες. Διακρίνουμε το δεσποτικό και το ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα.

ΑΝΘΡΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΚΟΣΜΟΣΥΣΤΗΜΑ: Απαντάται συγκροτημένο στη μικρή κλίμακα και στη μεγάλη κλίμακα.
Το ανθρωποκεντρικό ή ελληνικό κοσμοσύστημα μικρής κλίμακας έχει ως υπόβαθρο το φυσικό επικοινωνιακό περιβάλλον, ως θεμελιώδη κοινωνία την πόλη, ενώ διαθέτει περιορισμένο γεωγραφικό βάθος. Το αποκαλώ επίσης ελληνικό, διότι συγκροτήθηκε από τον ελληνισμό, ο οποίος διατήρησε την ανθρωποκεντρική του ηγεσία έως το τέλος, παρόλον ότι εντάχθηκαν κατά καιρούς σ' αυτό και άλλοι λαοί, ορισμένοι από τους οποίους μάλιστα το ηγεμόνευσαν εν όλω ή εν μέρει. Το ελληνικό ή ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα μικρής κλίμακας διένυσε μία ολοκληρωμένη εξελικτική διαδρομή, η οποία διακρίνεται σε δυο φάσεις: την κρατοκεντρική και την οικουμενική.
Το ανθρωποκεντρικό (ή εθνοκεντρικό) κοσμοσύστημα μεγάλης κλίμακας προήλθε από τη μετακένωση των παραμέτρων του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας στην ευρωπαϊκή δεσποτεία. Η ανασύνταξη του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος στη βάση της μεγάλης κλίμακας επέτρεψε σ' αυτό να επιβληθεί στο σύνολο του πλανήτη. Η φάση που διέρχεται σήμερα είναι η πρωτο-αν-θρωποκεντρική, εδράζεται δηλαδή στη βασική, την ατομική ελευθερία. Εξού και είναι επίσης κρατοκεντρικά συντεταγμένο.

ΑΝΘΡΩΠΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΣ: Ορίζει τις κοινωνίες που συγκροτούνται με υπόβαθρο την ελευθερία.

ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΕΙΑ: είναι το πολιτικό σύστημα της (οικουμενικής) κοσμόπολης. Συγκροτείται από τις πολιτείες των επιμέρους πόλεων και από τη μητρόπολη (την βασιλεύουσα) πολιτεία.

ΚΟΣΜΟΠΟΛΗ: το κράτος που προσιδιάζει στη μετα-κρατοκεντρική ή οικουμενική φάση του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος. Συγκροτείται από τις θεμελιώδεις πολιτειακές κοινωνίες (κράτη) και τη μητροπολιτική πολιτεία, η οποία λειτουργεί εναρμονιστικά στη σύνολη επικράτεια. Η κοσμόπολη δηλώνει ότι ο κόσμος μεταβάλλεται από άθροισμα κρατών σε μία «πόλη», δηλαδή σε ένα (κοσμο-)κράτος. Οπότε και η πολιτική, από σχέση δύναμης που υπαγορεύει η διακρατική τάξη, εξελίσσεται σε σχέση κανονιστικής εξουσίας ή ελευθερίας. Οι πόλεις διατηρούν πλήρη αυτονομία σε ό,τι αφορά στη διοίκηση των εσωτερικών τους υποθέσεων, το δικαίωμα της πολιτειακής (κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής) τους αυτοθέσμισης και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της μητρόπολης πολιτείας που ανάγονται στο πεδίο των σχέσεων τους (π.χ. τη δημοσιονομική αρμοδιότητα).

«ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ»: Ο όρος σε εισαγωγικά. Η νεοτερική ιστοριογραφία αποδίδει με τον όρο αυτόν τον ελληνικό κόσμο ιδίως της κρατοκεντρικής εποχής και, υπό μία έννοια, την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή οικουμένη. Με τον τρόπο αυτό εκτιμά ότι διαχωρίζει το παρελθόν από τη νεότερη εποχή, με ενδιάμεσο σταθμό τον Μεσαίωνα, στον οποίο ταξινομεί επίσης το Βυζάντιο. Η κοσμοσυστημική προσέγγιση του εξελικτικού γίγνεσθαι απορρίπτει τη διατύπωση αυτή, επειδή είναι κενή περιεχομένου, ανιστορική και κυρίως έχει ιδεολογική φόρτιση. Η περιοδολόγηση της ιστορίας γίνεται αντιληπτή ως μία κοσμοσυστημική ενότητα με εξελικτικό βάθος, από τις απαρχές της ελληνικής πόλης έως τις παρυφές του 20ού αιώνα. Η μετακένωση των παραμέτρων του ελληνικού κοσμοσυστήματος στην Εσπερία και η ώσμωση τους με το πεδίο της δεσποτείας αποτελεί μεν τη βάση της μετάβασης στη νεότερη εποχή, δεν αναιρεί όμως το γεγονός ότι το ανθρωποκεντρικό ή ελληνικό κοσμοσύστημα εξακολούθησε να αποτελεί μία δεσπόζουσα πραγματικότητα μέχρι την οριστική ανθρωποκεντρική αναδιαμόρφωση των κοινωνιών με πρόσημο τη μεγάλη κοσμοσυστημική κλίμακα, στη διάρκεια του 19ου και ιδίως του 20ού αιώνα.

ΔΕΣΠΟΤΕΙΑ: Ορίζει τις κοινωνίες που συγκροτούνται με γνώμονα το ανήκειν των μελών τους στον κύριο του συστήματος με όρους ιδιοκτησίας. Η ιδιωτική δεσποτεία αποδίδει το τυπικό φέουδο, ενώ η κρατική δεσποτεία απαρτίζεται από πολλά ιδιαίτερα δεσποτικά πεδία (π.χ. φέουδα) και, ενδεχομένως, στοιχειώδεις ανθρωποκεντρικούς θύλακες, που διασφαλίζουν την εσωτερική τους επικοινωνία. Ο κεντρικός δεσπότης είναι ο υπερκείμενος κύριος/ιδιοκτήτης του όλου.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: είναι η πολιτεία, που θεραπεύει σωρευτικά την καθολική (ατομική, κοινωνική και πολιτική) ελευθερία. Εξού και προκρίνει τη διαφοροποίηση του (οικονομικού, πολιτικού κ.λπ.) συστήματος από την ιδιοκτησία και την απόδοση του στους συντελεστές του. Εν προκειμένω, το πολιτικό σύστημα, αντί του κράτους, το επενδύεται η κοινωνία, η οποία συγκροτημένη σε δήμο ασκεί την καθολική πολιτική αρμοδιότητα. Η κοινωνία της δημοκρατίας είναι πολιτική κοινωνία.

ΕΘΝΟΣ: Είναι η ταυτοτική συνείδηση της κοινωνίας. Ως εκ τούτου απαντάται μόνο σε ανθρωποκεντρικά συντεταγμένες, δηλαδή ελεύθερες, κοινωνίες, οι οποίες διαλογίζονται για το συλλογικό τους «είναι» με πρόσημο το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους. Η νεοτερικότητα νομίζει ότι το έθνος «κατασκευάσθηκε» από το κράτος της, προκειμένου να δημιουργήσει μία νέα πηγή νομιμοποίησης, πέραν του μονάρχη. Εξού και θεωρεί ότι αυτός είναι ο λόγος που το έθνος ταυτίζεται με το κράτος (το έθνος-κράτος) σήμερα ή που το έθνος προόρισται να εξαφανισθεί στην περίπτωση που το κράτος παύσει να το ενσαρκώνει, δηλαδή να κατέχει το μονοπώλιο της πολιτικής «κυριαρχίας». Η άποψη αυτή συγχέει το «είναι» της συλλογικής ταυτότητας με τον τρόπο της έκφρασης (ως έθνος του κράτους στη μεγάλη κλίμακα ή ως έθνος-κοσμοσύστημα στον ελληνισμό) ή τον φορέα (το κράτος/σύστημα, την κοινωνία/σύστημα ή το κοσμοσύστημα) της ευθύνης της. Στα προ-αντιπροσωπευτικά συστήματα την ευθύνη της συλλογικής ταυτότητας (της συνείδησης κοινωνίας) την αναλαμβάνει το πολιτικά κυρίαρχο κράτος, διότι αυτό κατέχει το σύνολο της πολιτικής αρμοδιότητας και, κατ' επέκταση, τη διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας. Στο αντιπροσωπευτικό σύστημα και στη δημοκρατία η κοινωνία, συγκροτημένη σε πολιτεία, αναλαμβάνει την ευθύνη των υποθέσεων της, την καθολική πολιτική αρμοδιότητα και, συνακόλουθα, την αρμοδιότητα του έθνους.

ΕΘΝΟΣ-ΚΟΣΜΟΣΥΣΤΗΜΑ: Έτσι συγκροτήθηκε το έθνος των Ελλήνων, δηλαδή η ταυτοτική συνείδηση της σύνολης κοινωνίας τους, στην εποχή του ελληνικού κοσμοσυστήματος. Η πολιτική του έκφραση εμπραγματώθηκε είτε μέσω της συνέργειας των πόλεων (στην κρατοκεντρική εποχή) είτε με εναρμονιστικό όχημα τη μητρόπολη (κοσμο-)πολιτεία, την περίοδο της οικουμένης.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: ορίζεται ως αυτονομία, ως το γινόμενο της αυτοκαθοριστικής δυνατότητας του ανθρώπου. Κατά τούτο, η ελευθερία τοποθετείται στον αντίποδα της (αναγκαστικής ή εθελουσίας) εξάρτησης, δηλαδή της εξουσίας, και διαφοροποιείται θεμελιωδώς από το δικαίωμα. Η ελευθερία διακρίνεται στην ατομική, κοινωνική και στην πολιτική της διάσταση. Η ατομική, αφορά στις προσωπικές επιλογές του κοινωνικού ανθρώπου. Η κοινωνική ανάγεται στις συμβάσεις, που συνάπτει το άτομο με υποσυστήματα (π.χ. στον τομέα της εργασίας). Η πολιτική καλύπτει τη σχέση του ατόμου με το όλον. Η σωρευτική απόλαυση της ατομικής, κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας αποδίδεται με την έννοια της καθολικής ελευθερίας.

ΕΣΠΕΡΙΑ: Είναι η δυτική Ευρώπη. Η χρήση του όρου κρίνεται επιβεβλημένη, επειδή στις μέρες μας η έννοια της Δύσεως έχει αποκτήσει ευρύτερο περιεχόμενο και ιδίως έχει περιβληθεί μία ακραιφνώς ιδεολογική αναφορά.

ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ: Το κίνημα της γνώσης που θέτει τον άνθρωπο στο επίκεντρο των αναζητήσεων του. Στο εγχείρημα του, αυτό απέδωσε στη διανοητική λειτουργία του ανθρώπου αυτόνομη και μάλιστα πρωταρχική αξιωματική σημασία, αντί να την αξιολογήσει, εντάσσοντας την στο κοσμοσυστημικό της πλαίσιο. Αγνοώντας ολοσχερώς τους νόμους της ανθρώπινης λειτουργίας και, κατ' επέκταση, της ιστορικής εξέλιξης, αποφάσισε ότι αρκούσε ο άνθρωπος να χρησιμοποιήσει τή διάνοια του για να αποτινάξει την προκατάληψη και τη μισαλλοδοξία. Έτσι, ταξινόμησε εαυτήν με όρους μοναδικότητας στην ιστορία. Η έξοδος του εσπεριανού ανθρώπου από την «παιδικότητα» ισοδυναμούσε εφεξής με την έξοδο της ίδιας της ανθρωπότητας από αυτήν. Στο σύνολο παρελθόν αποδόθηκε η σκοτεινή έννοια της «παράδοσης», η οποία εξομοιώθηκε με τη δεσποτεία, προκειμένου να αιτιολογήσει το επιχείρημα της ριζικής ρήξης με αυτό και να αναδειχθεί πρωτοτυπικά η έννοια του «νέου ανθρώπου». Μολονότι απέδωσε μεταφυσικές διαστάσεις στην ελληνική «αρχαιότητα», δεν άργησε να την απαρνηθεί, ταξινομώντας την εξίσου στην προ-νεοτερική περιοχή της «παράδοσης». Εντέλει, από γνωσιολογία της νεότερης ανθρωποκεντρικής μετάβασης έγινε απολογητική ιδεολογία του κατεστημένου. Ο Διαφωτισμός τελικά δεν αντιπροσωπεύει παρά τη γνώση και την αντίληψη για τον (ελεύθερο) άνθρωπο, που προσιδιάζει σε μία πρωτο-ανθρωποκεντρική κοινωνία. Μοναδική του πρωτοτυπία είναι η αθέλητη συμβολή του στη μετάβαση από τη μικρή στην μεγάλη κοσμοσυστημική κλίμακα.

ΙΑΚΩΒΙΝΟΙ: Το ριζοσπαστικότερο ρεύμα της Γαλλικής Επανάστασης, το οποίο προέτασσε την βίαιη κατάργηση των πυλώνων του φεουδαλικού καθεστώτος, την άμεση εγκαθίδρυση του πρωτο-ανθρωποκεντρικού κράτους/συστήματος και μιας ομόλογης κοινωνίας. Η «πολιτεία» τους συνδέθηκε, μεταξύ των άλλων, με τη θανάτωση του βασιλέα και την τρομοκρατία υπό τον Ροβεσπιέρο, η δε πολιτική τους σκέψη αποτυπώθηκε στο Σύνταγμα της Γαλλικής Επανάστασης του 1793, το οποίο φυσικά ουδέποτε εφαρμόσθηκε.

ΔΙΚΑΙΩΜΑ: Ευδοκιμεί εκεί όπου δεν συντρέχει η ελευθερία. Δεν καθιστά αυτόνομο το άτομο, όπως η ελευθερία. Οριοθετεί το πλαίσιο της ελευθερίας και το προστατευτικό της ανάχωμα. Στην εξαρτημένη εργασία και στην πολιτική το άτομο χρειάζεται τα δικαιώματα για να προστατεύσει την ατομική του ελευθερία. Εάν η ελευθερία επεκταθεί, για παράδειγμα, στα πεδία της οικονομίας και της πολιτικής, τα εκεί δικαιώματα είτε θα απορροφηθούν είτε θα εξαλειφθούν ως άχρηστα.

ΙΣΟΤΗΤΑ: το περιεχόμενο της δεν είναι σταθερό, όπως διατείνεται η νεοτερική θεωρία. Μεταλλάσσεται ανάλογα με το στάδιο του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος, δηλαδή με τις προτεραιότητες της ελευθερίας. Όταν επικρατεί μόνη η ατομική ελευθερία, οι θεματικές της ισότητας εστιάζονται στην ιδιοκτησία, στο δίκαιο (στην αντικειμενικοποίηση του νόμου κ.λπ.) και στα δικαιώματα. Όταν κυριαρχεί η καθολική και άρα προέχει η πολιτική ελευθερία, η ισότητα αφορά κυρίως σ' αυτήν. Η ισότητα επιτυγχάνεται είτε με τον αναδασμό (π.χ. της γης) είτε, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, με ιδανική συμμετοχή του δικαιούχου στο αγαθό (π.χ. της πολιτικής).

«ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ»: Η ευφημιστική απόδοση από τους Έλληνες φορείς της νεοτερικής ιδεολογίας της έννοιας της civil society/société civile, δηλαδή των ομάδων πίεσης, που εξέχουν/διαφοροποιούνται της κοινωνίας και διαμεσολαβούν στόχους ή συμφέροντα στην περιοχή του κράτους. Οι δυνάμεις, που ταξινομούνται στην «κοινωνία πολιτών», δεν έχουν κατά τεκμήριο αντιπροσωπευτικό πρόσημο. Λειτουργούν είτε ως φορείς ιδίων συμφερόντων είτε ως διαμεσολαβητές της κοινωνίας των πολιτών. Στην πραγματικότητα η «κοινωνία πολιτών» αποτελεί ένα επιπλέον ανάχωμα για την αντιπροσωπευτική μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος. Το σύστημα, που προσιδιάζει στην «κοινωνία πολιτών», είναι το προ-αντιπροσωπευτικό, ενώ η κοινωνία των πολιτών ανήκει στην ιδιωτική σφαίρα, είναι κοινωνία ιδιώτης και μάλιστα κοινωνία υπήκοος του κράτους.

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ: Το σώμα της κοινωνίας που κατέχει την ιδιότητα του πολίτη.

ΚΡΑΤΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΣ/ΟΙΚΟΥΜΕΝΗ: Οι δυο εξελικτικές φάσεις του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος. Στον κρατοκεντρισμό το σύνολο κοσμοσύστημα γίνεται αντιληπτό ως το άθροισμα των θεμελιωδών κοινωνιών του οι οποίες συγκροτούνται σε κράτη. Τα κράτη αυτά επικοινωνούν πολιτικά, συνθέτοντας μία στοιχειώδη έννομη τάξη, της οποίας το κανονιστικό πλαίσιο βασίζεται στις σχέσεις ηγεμονίας, δηλαδή στη δύναμη. Στην οικουμένη, που ακολουθεί, το σύνολο κοσμοσύστημα διατηρεί τις θεμελιώδεις κρατικές κοινωνίες, προστίθεται όμως η υπερκείμενη μητροπολιτική πολιτεία, η οποία λειτουργεί εναρμονιστικά στο σύνολο κοσμοσύστημα ή σε ένα ευρύτατο πεδίο, που εγγράφει στην επικράτεια της. Κρατοκεντρικό είναι το στάδιο της εποχής της πόλης-κράτους και η σημερινή εθνοκεντρική περίοδος του κόσμου. Μοναδικό ιστορικό παράδειγμα οικουμένης αποτέλεσε το ελληνικό, το οποίο εκτείνεται από τον 4ο αιώνα π.Χ. έως τις παρυφές του 20ού αιώνα.

ΚΡΑΤΟΣ/ΣΥΣΤΗΜΑ: Το κράτος που ενσαρκώνει με όρους ιδιοκτησίας το πολιτικό σύστημα. Παράδειγμα τέτοιου κράτους είναι αυτό της νεοτερικότητας. Αντιπαραβάλλεται στην κοινωνία/σύστημα. Κράτος/σύστημα είναι και η δεσποτεία, όμως σ' αυτό η ιδιοκτησία του δεσπότη περιλαμβάνει και την κοινωνία.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ: Τα οικονομικά συστήματα, που προσιδιάζουν στο ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα, σε συνάφεια με τα στάδια της ανάπτυξης του, είναι: Πρώτον, εκείνο που αποδίδει το σύστημα στην ιδιοκτησία και υποβάλλει τον φορέα της εργασίας στην εξουσία του. Είναι το σύστημα που ορίζει την κοινωνία της (εξαρτημένης) εργασίας. Δεύτερον, εκείνο που απορρίπτει τον πολίτη από την οικονομική διαδικασία, μεταβάλλοντας τον σε συντελεστή της πολιτικής εργασίας, μέσω της οποίας συμμετέχει στην αναδιανομή του οικονομικού προϊόντος. Είναι η κοινωνία της (οικονομικής) σχόλης, που αντισταθμίζεται με την έννοια της πολιτικής μισθοφορίας. Η οικονομική εργασία αξιολογείται ως περιθωριακή και συντρέχουσα ως εργασία-εμπόρευμα. Το τρίτο κατά σειρά οικονομικό σύστημα επανεντάσσει τον πολίτη στην παραγωγική διαδικασία, πλην όμως το οικονομικό (υπό-) σύστημα, εκεί όπου δεν παρεμβάλλεται το κεφάλαιο, διαφοροποιείται από την ιδιοκτησία και περιέρχεται στους συντελεστές του (στους φορείς της εργασίας), ενώ όταν συμμετέχει επίσης το κεφάλαιο στη συγκρότηση του, η εργασία αποτιμάται ως κεφάλαιο και ο φορέας της εγγράφεται στο σύστημα ως εταίρος. Είναι η εταιρική οικονομία που συνάδει με την εταιρική κοινωνία στο σύνολο της. Το πρώτο, η κοινωνία της (εξαρτημένης) εργασίας, απαντάται στις μέρες μας καί στην ομόλογη πρωτο-ανθρωποκεντρική εποχή της πόλης-κράτους. Το δεύτερο, είναι το οικονομικό σύστημα της δημοκρατίας της κρατοκεντρικής εποχής. Το τρίτο εμφανίζεται σταδιακά συγχρόνως με την ανάπτυξη της μετα-κρατοκεντρικής οικουμένης και, παρόλον ότι προσιδιάζει σε όλα τα πολιτικά συστήματα, εναρμονίζεται μάλλον με τη δημοκρατική πολιτεία. Είναι το οικονομικό σύστημα, υπό το οποίο έζησε ο ελληνισμός καθόλη τη διάρκεια της οικουμένης και είχε κατά νουν ο Ρήγας.

ΠΟΛΕΟΤΙΚΟΣ: ο αναφερόμενος στην πόλη/κράτος.

ΠΟΛΙΤΕΙΟΤΗΣ: Η ιδιότητα του πολίτη. Η πολιτειότης δεν είναι μία, αλλά πολλές, όσες και οι πολιτείες/πολιτικά συστήματα. Διακρίνουμε την ατελή, την απλή και την πλήρη πολιτειότητα. Η ατελής πολιτειότης προσιδιάζει στο προ-αντιπροσωπευτικό σύστημα, η απλή στο αντιπροσωπευτικό και η πλήρης στο δημοκρατικό πολιτικά σύστημα. Η πολιτειότης διακρίνεται επίσης εξ επόψεως συνθετότητας, δηλαδή δυνάμει των πολιτειακών πεδίων, στα οποία εγγράφεται ως εταίρος ο πολίτης. Η μονο-πολιτειότης απαντάται στον πρώιμο ανθρωποκεντρισμό, όπου το κράτος κατέχει μονοσήμαντα το σύστημα και το διακτινώνει ομοιόμορφα στην επικράτεια. Η πολυ-πολιτειότης παρακολουθεί τη συγκρότηση της πολιτείας υπό το πρίσμα της πολιτιστικής πολυσημίας της κοινωνίας. Η πολιτειότης του νεοτερικού πολιτικού συστήματος είναι η ατελής πολιτειότης και μονο-πολιτειότης.

ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ: Το πολιτικό σύστημα μοιράζεται μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών που, συγκροτημένη σε δήμο, αναλαμβάνει την ιδιότητα του εντολέα και της πολιτικής εξουσίας, που κατέχει την ιδιότητα του εντολοδόχου.

ΠΡΟ-ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: είναι το σύστημα που διατείνεται ότι είναι αντιπροσωπευτικό, χωρίς εντούτοις να ενσωματώνει κανένα από τα στοιχεία της αντιπροσωπευτικής αρχής. Οι ιδιότητες τόσο του εντολέα όσο και του εντολοδόχου κατέχονται από τους φορείς του κράτους/συστήματος, οι οποίοι οικειοποιούνται έννοιες όπως το έθνος, το γενικό ή το δημόσιο συμφέρον, δηλώνουν ότι τις αντιπροσωπεύουν, εναπόκειται όμως σ' αυτούς να ορίσουν το περιεχόμενο τους. Με τον τρόπο αυτό, οι φορείς του κράτους αντιπαρέρχονται την κοινωνία και, κατ' επέκταση, την ευθύνη τους να αντιπροσωπεύουν το συμφέρον της και φυσικά να ακολουθούν τη βούληση της. Η κοινωνία των πολιτών στο προ-αντιπροσωπευτικό σύστημα είναι υπήκοος στο κράτος, δεν συγκροτεί πολιτική κοινωνία. Εξού και οι φορείς του κράτους δεν υπέχουν ευθύνη έναντι της κοινωνίας ούτε ελέγχονται από αυτήν. Παράδειγμα προ-αντιπροσωπευτικού πολιτικού συστήματος είναι εκείνο της εποχής μας.

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΙΚΗ (Η ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ) ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Ο τύπος της οικονομίας, που έχει ως υπόβαθρο, συνεκτική και λειτουργική συνιστώσα το χρήμα/νόμισμα. Η χρηματιστική οικονομία είναι η οικονομία του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος, η οποία διακτινώνεται με τη μορφή του εμπορίου και της μεταποίησης. Η χρηματιστική οικονομία διαφέρει από τη λεγόμενη «οικονομία της αγοράς», η οποία αποδίδει τελικά μία συγκεκριμένη στιγμή του οικονομικού κύκλου και, σε κάθε περίπτωση, τη «φιλελεύθερη» εκδοχή της ιδιοκτησίας/συστήματος.

Η “Όρων επίσκεψις” υπάρχει, με λίγο διαφορετική μορφή, στο βιβλίου του κ. Γ. Κοντογιώργη “Η ελληνική δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή” εκδ. “Παρουσία”, σελ.267. Περισσότερα θα μπορούσε να βρει κανείς στα βιβλία του “Το Ελληνικό Κοσμοσύστημα” εκδ. “Σιδέρη”, και Η δημοκρατία ως ελευθερία, εκδ. "Πατάκη".