Γιώργος Κοντογιώργης
Αριστερά και Δεξιά μετατρέπουν
την Ελλάδα σε χωματερή...
24 Νοεμβρίου
2019
Μπορεί τα
Μνημόνια να μετέβαλαν τον Έλληνα ουσιαστικά σε οικονομικό μετανάστη στην ίδια
του την πατρίδα, αλλά --όπως μας διδάσκει ο Αριστοτέλης-- οι συνέπειες των
κοινωνικών αντιθέσεων προκαλούν πολύ μικρότερες εντάσεις από τις συνέπειες της
εθνοτικής διαίρεσης μέσα σε μία χώρα. Οι εθνοτικές διαφορές μέσα σε μία χώρα,
χωρίς να συντρέχουν πολιτικές ενσωμάτωσης, είναι θανατηφόρες.
Όπως και με
την προηγούμενη έτσι και με την τωρινή κυβέρνηση, ακολουθείται μια πολιτική που
μεταβάλλει την Ελλάδα όχι μόνο σε χωματερή του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά
και σε εγγενές πρόβλημα της μεσανατολικής γεωπολιτικής. Έχουμε ήδη μεταβληθεί
σε παίγνιο στις αντιθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων που διαμορφώνουν τον
γεωπολιτικό χάρτη της ευρύτερης περιοχής.
Το πρόβλημα
της Αριστεράς είναι ότι δεν υπάρχει πέραν της επωνυμίας της. Με την ίδια
έννοια, το πρόβλημα της Δεξιάς είναι ότι η Αριστερά κατέλαβε τον χώρο της, έτσι
ώστε οι δυνάμεις που επικαλούνται τον κλασικό φιλελευθερισμό με αντισυμβατικό
πολιτικό λόγο να συγκεντρώνουν περισσότερο την προσοχή των κοινωνιών.
Τουλάχιστον, έως ότου οι κοινωνίες αποκτήσουν συνείδηση ότι το μέλλον τις καλεί
να εγγράψουν υποθήκη ως θεσμικοί εταίροι του πολιτικού συστήματος, πέραν της
εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία.
Μεταπολεμικά,
οι δεξιές κυβερνήσεις στην Ευρώπη δημιούργησαν ένα κράτος δικαίου και πρόνοιας
πιεσμένες και από την Αριστερά που συνήθως ήταν στην αντιπολίτευση, αλλά και
από τον φόβο του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Αλλά από τη στιγμή που τέλειωσε αυτό, η
Αριστερά δεν είχε αντικείμενο για να το υπερασπιστεί, γιατί και η ίδια η
εργατική τάξη μετασχηματίστηκε και δεν έχει πια τα αιτήματα που διεκδικούσε τον
19ο αιώνα και στα δύο τρίτα του 20ου.
Ο έλεγχος του οικονομικού συστήματος
Εκεί που η
Αριστερά επιχείρησε να διαφοροποιηθεί στο παρελθόν ήταν μόνο στο ποιος θα
κατέχει την ιδιοκτησία του οικονομικού συστήματος, ο ιδιώτης ή το κράτος. Αλλά
κι εκεί ακόμα συμφωνούσαν απόλυτα, ότι πρέπει κάποιος να κατέχει το σύστημα, με
την κοινωνία να είναι απ’ έξω περιοριζόμενη στο να προσφέρει μόνο την εργασία της
και την πολιτική της νομιμοποίηση.
Το αίμα που
χύθηκε στους δρόμους στη διάρκεια του περασμένου αιώνα δεν ήταν για να μπει η
κοινωνία στο σύστημα και να έχει λόγο στα πράγματα. Αφορούσε στη νομή του
κράτους από τους μεν, ή από τους δε. Σκεφτείτε ότι συντηρητικός στην Ελλάδα του
σήμερα από την Αριστερά θεωρείται όχι αυτός που ανήκει στη Δεξιά, αλλά αυτός
που δέχεται την συνέχεια του ελληνικού έθνους, που δεν δέχεται την ιδεολογία
του διαφωτισμού!
Ο
διαφωτισμός ήταν χρήσιμος τον 18ο και
τον 19ο αιώνα, γιατί στοχάσθηκε πώς θα απελευθερωθούν οι κοινωνίες από τη
φεουδαρχία. Τι διδάσκει όμως σήμερα; Διδάσκει τον εγκλεισμό των κοινωνιών στο
παρελθόν, ώστε να μην μεταβούν στο μέλλον. Στον αντίποδα, ο Ελληνισμός ως
ιστορία τι διδάσκει; Διδάσκει την πρόοδο και τη δημοκρατία. Γιατί επικαλέσθηκε
η Δύση τη μη ελληνική συνέχεια; Για να μπορέσει να ανακτήσει το ρωμαϊκό
ιμπέριουμ που το κατείχαν οι Έλληνες στο Βυζάντιο για να έχει αυτή το δικαίωμα
της ηγεμονίας στον κόσμο.
Με όρους 18ου και 19ου αιώνα
Με άλλα
λόγια οι λεγόμενοι αριστεροί δεν είναι μόνο ανόητοι, είναι και θεράποντες μιας
υπόθεσης που για την Ελλάδα εξομοιώνεται με την απόλυτη καταστροφή. Αλλά και
για την πρόοδο της ανθρωπότητας εγγράφεται ως βαθιά αντιδραστική. Γι’ αυτό δεν
υπάρχει ελπίδα να προκύψει κάτι ούτε από τη Δεξιά ούτε από την Αριστερά σήμερα,
γιατί αμφότερες μιλάνε με όρους του 18ου και του 19ου αιώνα. Κι αυτό, τη στιγμή
που η οικονομία και η επικοινωνία έχουν μεταβεί στο μέλλον και έχουν
κατακτήσει τη δύναμη και την ηγεμονία, ώστε να μονοπωλήσουν τον σκοπό της
πολιτικής.
Γνωρίζουμε
ότι όσο περισσότερο πιέζεται η κοινωνία και δεν μπορεί να έχει επιρροή στα
πράγματα, τόσο θα διεκδικεί την είσοδό της στο πολιτικό σύστημα. Αυτό αποτελεί
έναν αδιαμφισβήτητο νόμο του κοινωνικού γίγνεσθαι, που αναγγέλλει το μέλλον της
αντιπροσωπευτικής Πολιτείας και στο βάθος της δημοκρατίας. Το μέλλον αυτό
φαίνεται μακρινό, γιατί δεν ανήκει στο αξιακό μας σύστημα.
Εάν αυτά που
συνέβησαν και συνεχίζουν να συμβαίνουν στην Ελλάδα, συνέβαιναν σε μια μεγάλη
χώρα της Δύσης, το πρόταγμα της αντιπροσώπευσης θα ήταν στην πρώτη γραμμή του
αιτήματος των κοινωνιών. Η ελληνική διανόηση, όμως, επειδή είναι απολύτως
εξαρτημένη και δεν έχει καμία αυτοεκτίμηση και άρα καμία αντίληψη αυτονομίας
της σκέψης, στοχάζεται με τον τρόπο της Δύσης, όπου οι εξελίξεις ακολουθούν τον
δικό τους δρόμο. Ό,τι, λοιπόν, δεν συμβαίνει στη Δύση, δεν μπορεί να συζητείται
ούτε εδώ στην “τριτοκοσμική” περιφέρεια.