Γιώργου Κοντογιώργη
Η ΝΕΑ ΑΓΓΛΟΣΑΞΟΝΙΚΗ ΤΑΞΗ
Τα συναισθήματα που απελευθέρωσε η επέμβαση του αγγλοσαξονικού άξονα στο Ιράκ δεν επέτρεψαν στον ανθρώπινο νου να διακρίνει πού βρίσκεται η ουσία του προβλήματος.
1. Όλοι όσοι συντάχθηκαν κατά του πόλεμου θεωρούν συγχρόνως αυτονόητο ότι η πολιτική στις διακρατικές σχέσεις ορίζεται ως δύναμη. Η άποψη αυτή όμως επιφυλάσσει μόνον μια προσέγγιση της διεθνούς πολιτικής: ότι διαμορφώνεται με όρους συσχετισμών ισχύος, τους οποίους υπαγορεύει το συμφέρον του ηγεμόνα. Το Δίκαιο, υπό την έννοια αυτή, αποκρυσταλλώνει τη βούληση του ηγεμονικού παράγοντα, το επικαλείται όμως, σε τελική ανάλυση, ο ανίσχυρος μόλις διαπιστωθεί ότι, επειδή παρακωλύει τη μετεξέλιξη των συσχετισμών δύναμης, επιδιώκεται η παράκαμψή του.
Συγχρόνως όλοι όσοι συντάχθηκαν κατά του πολέμου διαπίστωσαν με έκπληξη ότι η πολιτική εξουσία τους αγνόησε, παρόλον ότι ‘εξέφραζαν’ τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Εντούτοις, οι ίδιοι αυτοί συντελεστές της αντιπολεμικής πολιτικής, αναγνωρίζουν στην κοινωνία το δικαίωμα να διαδηλώνει τα αιτήματά της (πχ υπέρ της ειρήνης) στους δρόμους, θεωρούν όμως αδιανόητη την ενσωμάτωσή της στο πολιτικό σύστημα. Το σύστημα ανήκει στους θεσμικούς ή πραγματικούς διαμεσολαβητές του, τις πολιτικές δυνάμεις και τη λεγόμενη ‘κοινωνία πολιτών’.
Η αντίφαση είναι διαυγής: αναγνωρίζεται στους συσχετισμούς δύναμης η αρμοδιότητα να διαμορφώνουν τη διεθνή πολιτική, άρα τη διεθνή έννομη τάξη, κατηγορούνται όμως οι συντελεστές τους ότι την καθοδηγούν σύμφωνα με το διατακτικό τους κι όχι με γνώμονα τη δεοντολογία των αδυνάμων. Προσάπτεται στην εξουσία ότι δεν εναρμονίζεται με τη βούληση της κοινωνίας, επιλέγεται όμως η λογική ενός πολιτικού συστήματος που δεν έχει καν αντιπροσωπευτική θεμελίωση και, ως εκ τούτου, αποκλείει την κοινωνία από την πολιτική. Στην πολιτική εξουσία αναγνωρίζεται όντως και μάλιστα ρητά η αποκλειστική αρμοδιότητα και συνεπώς το δικαίωμα να αγνοεί την κοινωνική βούληση στο όνομα ενός νεφελώδους σκοπού της πολιτικής, όπως είναι το εθνικό ή το γενικό συμφέρον του οποίου το ακριβές περιεχόμενο μόνη αυτή γνωρίζει. Οι κάτοχοι της εξουσίας, επειδή είναι κυρίαρχοι, τοποθετούνται υπεράνω του νόμου, κατοχυρώνονται από μια πλήρη ασυλία ως προς την πολιτική τους δράση.
2. Ο αγγλοσαξονικός άξονας με την επέμβαση του στο Ιράκ κινήθηκε σ’αυτό ακριβώς το κλίμα, καθώς ήρθε να επικυρώσει τη δραματική μεταβολή των συσχετισμών που ακολούθησε την κατάρρευση του διπολικού συστήματος ηγεμονίας το οποίο διασφάλιζε ο υπαρκτός σοσιαλισμός.
Με απλούστερη διατύπωση, το πενταμερές σύστημα ηγεμονίας που εγκαθίδρυσαν οι νικήτριες Δυνάμεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και νομιμοποίησαν ως σύστημα εξουσίας υπό τη στέγη του ΟΗΕ, ουδέποτε λειτούργησε. Θα έλεγα μάλιστα ότι ο ΟΗΕ αποτέλεσε το υπομόχλιο για τη νομιμοποίηση της επικυριαρχίας των συντελεστών του διπολισμού στον κόσμο. Το Δίκαιο του ΟΗΕ συμπυκνώνει όντως τρεις θεμελιώδεις διαστάσεις της αρχής της πολιτικής κυριαρχίας: είναι το δίκαιο που αποδίδει τη βούληση του κυριάρχου, προβλέπει την εξαίρεσή του, όπως είθισται, από αυτό, και τέλος εφαρμόσθηκε, κατά περίπτωση, εκεί όπου συνέτρεχαν οι συσχετισμοί.
Οι συμβιβασμοί στους οποίους υποχρέωσε ο διπολισμός τους συντελεστές του δεν αναιρεί το γεγονός αυτό. Δεν πρέπει να αγνοείται ότι στο εσωτερικό των δυο στρατοπέδων του διπολισμού ίσχυσε απαρέγκλιτα το δόγμα της περιορισμένης κυριαρχίας, η αρχή της απαγόρευσης της εναλλαγής στην εξουσία, η αυξημένη καταστολή της αμφισβήτησης, με ακραία έκφραση την επιβολή αυταρχικών καθεστώτων. Αιτήματα όπως εκείνα της πολυ-πολιτισμικότητας, της πλουραλιστικής συγκρότησης του πολιτικού συστήματος (πχ μέσω της αυτοδιοίκησης) δεν είχαν θέση στην πολιτική σκηνή. Την ίδια στιγμή, ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο του Τρίτου Κόσμου προκάλεσε άπειρες άμεσες ή έμμεσες επεμβάσεις που απέληξαν όχι μόνον σε πόλεμους ή εκτροπές αλλά και σε μαζικές σφαγές στο όνομα του δίπολου: σοσιαλισμός ή φιλελευθερισμός.
Το διπολικό αυτό σύστημα κυριαρχίας διατηρήθηκε ενόσω οι συσχετισμοί δύναμης το υποστήριζαν. Συγκρατούμε όμως ότι η πενταμερής ηγεμονία που καθιέρωνε ο ΟΗΕ ουδέποτε ευδοκίμησε, ενώ ο διεθνής αυτός οργανισμός υπήρξε αποτελεσματικός μόνον ως νομιμοποιητικός βραχίονας της βούλησης των δυο ηγεμόνων. Δεν λειτούργησε όμως ως αυτοτελές σύστημα.
Οι επιπτώσεις της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού και συνακόλουθα του διπολισμού, δεν έγιναν αμέσως αισθητές. Δημιουργήθηκε μάλιστα μια ευφορία στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, καθώς η άμεση στρατηγική της ‘Δύσης’ επικεντρώθηκε στην απώθηση της Ρωσίας στα σύνορα της και στην ενσωμάτωση του ζωτικού της χώρου στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.
Οι ισχυροί της δυτικής Ευρώπης έβγαιναν περισσότερο ωφελημένοι από την πολιτική αυτή ενώ διέκριναν ξαφνικά ότι κατελάμβαναν αδαπάνως τη θέση της πρώην ΕΣΣΔ στον κόσμο. Πίστεψαν προφανώς ότι η στρατηγική αυτή συνέργεια με τις ΗΠΑ θα διαρκούσε, στο όνομα της ‘Δύσης’, παρόλον ότι εξέλειπε το αντίπαλο δέος που τη γέννησε και οι συσχετισμοί μεταξύ των δυο ακτών του Ατλαντικού ήσαν καταφανώς αρνητικοί για την Ευρώπη. Η ομοφωνία του δυτικού παράγοντα στο θέμα της Γιουγκοσλαβίας και η, ως εκ τούτου, νομιμοποίηση της δράσης του στο πλαίσιο του ΟΗΕ, ανταποκρίνεται ακριβώς στη βεβαιότητα αυτή.
3. Οι σημερινές εξελίξεις έρχονται να αποκαταστήσουν τους πραγματικούς συσχετισμούς στον κόσμο και συγκεκριμένα ένα σχετικά μονοπωλιακό διεθνές σύστημα. Το σύστημα αυτό θα αποτελείται από πολλούς ομόκεντρους κύκλους οι οποίοι θα καταλήγουν στην κορυφή στις ΗΠΑ. Στον αντίποδα του συστήματος αυτού οι δυνάμεις που έχασαν το παιχνίδι της ηγεμονίας ήδη από την αρχή της μεταπολεμικής εποχής (οι δυνάμεις της δυτικής Ευρώπης) και ο μέγας ηττημένος του διπολισμού (η Ρωσία) αξιώνουν από τις ΗΠΑ να χαμηλώσουν τη φιλοδοξία τους ώστε να συνευρεθούν στην κορυφή μαζί τους.
Το πρόβλημα με την αξίωση αυτή δεν είναι ότι προτείνεται ένα σύστημα που δεν προσιδιάζει στους πραγματικούς συσχετισμούς αλλ’ότι οι ίδιες αυτές χώρες δεν συνοδεύουν το αίτημά τους με μια ενδιάθετη βούληση να εξισορροπήσουν τη θέση τους στον κόσμο. Έχουν παραιτηθεί και μάλιστα έχουν ήδη από καιρό εκχωρήσει στις ΗΠΑ την ευθύνη του μοναδικού διαχειριστή του διεθνούς συστήματος. Η επίκληση του ΟΗΕ υποδηλώνει ακριβώς την αδυναμία τους να υπαγορεύσουν στις ΗΠΑ ένα σύστημα συγκυριαρχίας, όχι την προσήλωση τους στην ειρήνη ή στο προγενέστερο δικαιϊκό σύστημα. Με άλλα λόγια, συμφωνούν πλήρως με τις ΗΠΑ στο περιεχόμενο της παγκόσμιας κυριαρχίας: στη μονοπώληση των οπλών ‘μαζικής καταστροφής’, στον έλεγχο των στρατηγικών πρώτων υλών, των επικοινωνιών από τις Δυνάμεις, στη διατήρηση της υπάρχουσας κατανομής του πλούτου κλπ.
Εκείνο που δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη, ωστόσο, είναι ότι η υπεροχή αυτή των ΗΠΑ είναι καθολική, αντανακλά τη θέση της στις γενικότερες εξελίξεις του κόσμου. Οι ΗΠΑ δεν κινούν απλώς τους στρατιωτικούς συσχετισμούς, κινούν τις ευρύτερες εξελίξεις. Η λεγόμενη ‘παγκοσμιοποίηση’ δεν υποκρύπτει απλώς τη βούληση των ΗΠΑ ή μιας ιδεολογίας να κυριαρχήσουν στον κόσμο αλλά μια συνολική μετεξέλιξη του κοσμοσυστήματος στην οποία οι ΗΠΑ λειτουργούν ως καταλύτης. Οι ΗΠΑ δεν ακολουθούν τις εξελίξεις, δεν τις καθοδηγούν απλώς, δημιουργούν το μέλλον. Η μεταβολή τους από θιασώτη των αυταρχικών καθεστώτων σε σταυροφόρους της ‘δημοκρατίας’ και των ‘ανθρώπινων δικαιωμάτων’ είναι ενδεικτική της προσαρμοστικότητας τους στις νέες εξελίξεις. Εφεξής το αυταρχικό καθεστώς θα το επιζητούν ολοένα περισσότερο οι χώρες της ‘περιφέρειας’, νομίζοντας ότι με τη δύναμη της πολιτικής κυριαρχίας θα αντισταθούν στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, δεν αντιστέκονται σ’αυτές αλλά στην εξέλιξη. Η αδυναμία της Ευρώπης να παρακολουθήσει τις εξελίξεις είναι συνεπώς υπόλογη της αδυναμίας της να συλλάβει τον κόσμο που έρχεται και να υποδείξει μια διαφορετική εκδοχή για τη συγκρότησή του.
4. Η αυξημένη προσφυγή στη βία που διακρίνει κατ’αυτάς την πολιτική των ΗΠΑ είναι ευθέως ανάλογη των αντιστάσεων των στρατηγικών ‘εταίρων’ στη βούληση της να παραμείνει μόνη στην κορυφή της ηγεμονικής πυραμίδας, και της ‘περιφέρειας’. Από την αντίδραση των ‘εταίρων’ προκύπτει ότι ήδη η επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ έκαμε αναγκαστικά ανεκτή την πρωτοκαθεδρία τους. Δεν την έκαμε όμως αδιαμφισβήτητη. Γι αυτό και δεν αποκλείεται να επιδιώξουν νέες δυναμικές παρεμβάσεις τύπου Ιράκ που θα την εμπεδώσει. Τούτο εξηγεί γιατί, στην παρούσα φάση, η πολιτική των ΗΠΑ δεν μπορεί να είναι συναινετική. Η βία ή ο φόβος θα παράξει τη συναίνεση στη μεταβολή του συστήματος. Κατά τούτο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι ΗΠΑ θα πάψουν να χρειάζονται για ικανό ακόμη διάστημα την τρομοκρατία, προκειμένου να συσπειρώσουν τους ‘εταίρους’ και να νομιμοποιήσουν ‘διακανονισμούς’ στις χώρες της αμφισβήτησης. Ο στρατηγικός έλεγχος του Ιράκ αποτελεί το προοίμιο ριζικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή που αφορά άμεσα όχι μόνον τα πετρέλαια, όπως νομίζεται, αλλά έναν κομβικό ζωτικό χώρο που συνδέει την Ευρώπη και την Αφρική με την Ασία. Αφορά επίσης την ΕΕ και τη Ρωσία. Το δίλημμα για τις χώρες αυτές, κι όχι μόνον για τις μικρές όπως η Ελλάδα, θα είναι εφεξής να συμμετάσχουν στη ζώνη της ευημερίας στηρίζοντας την αμερικανική ηγεμονική ομπρέλα στον κόσμο ή να τοποθετηθούν απέναντι της με ότι αυτό συνεπάγεται. Υπό την έννοια αυτή, η σύνταξη κατά του πολέμου στο Ιράκ περιείχε ένα στοιχείο αφαίρεσης ή και υποκρισίας. Όντως, η αντίθεση αυτή δεν συνοδεύθηκε, ως όφειλε, από μια πειστική απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον οι θιασώτες της ήσαν έτοιμοι να αναλάβουν το κόστος της μείωσης της προσωπικής τους ευημερίας και ασφάλειας που διασφαλίζουν στον δυτικό άνθρωπο οι παρόντες συσχετισμοί. Διότι ουδείς μπορεί να αγνοήσει ότι σ’αυτό θα οδηγούσε πχ ο έλεγχος των πετρελαίων από τους Άραβες ή η δυναμική εναντίωση μιας χώρας, όπως η Ελλάδα, στην αγγλοσαξονική ηγεμονία. Εκτός εάν συνομολογείται ότι οι διαδηλώσεις αφορούσαν όχι στην ειρήνη αλλά μιαν ισόρροπη συγκυριαρχία του κόσμου, μεταξύ της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Οπωσδήποτε, γινόταν εκ του ασφαλούς και αδαπάνως, αφού η διακίνηση του αντιπολεμικού προτάγματος συνοδεύθηκε από μια υψηλή συναίνεση προς τις πολιτικές ισορροπίας της κυβέρνησης στο περιβάλλον της ‘δυτικής’ ευημερίας.
5. Υποστηρίζεται συχνά ότι το σύστημα που επιχειρούν να επιβάλουν οι ΗΠΑ είναι ιστορικά πρωτόγνωρο. Η ιστορία διδάσκει ότι αποτελεί τον κανόνα. Θα πρόσθετα μάλιστα ότι οι περίοδοι των μονοκρατορικών συστημάτων υπήρξαν επίσης οι πιο ‘ειρηνικές’. Το πρόβλημα επομένως σε ότι αφορά την ηγεμονία των ΗΠΑ έγκειται αλλού. Στο ότι η φάση που διέρχεται η ανθρωπότητα προοιωνίζεται καίριες ανακατατάξεις στο εσωτερικό των χωρών και στο σύνολο κοσμοσύστημα με ζητούμενο τη διαμόρφωση ριζικά διαφορετικών συστημάτων στην αναδιανομή του οικονομικού πλούτου, στην εργασία, στις σχέσεις μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής κλπ. Οι εξελίξεις αυτές θα αποτελέσουν τον καταλύτη για την παραγωγή μιας διαρκούς αστάθειας στον κόσμο που θα τροφοδοτήσει τους πολέμους του μέλλοντος. Συγχρόνως, η ηγεμονία των ΗΠΑ αναπτύσσεται σε ένα κρατοκεντρικό περιβάλλον που από τη φύση του είναι απρόβλεπτο και δεν προσφέρεται σε απόλυτες εξουσίες. Η επισήμανση αυτή έχει καίρια σημασία διότι προσδιορίζει τη φύση της πολιτικής σχέσης σε επίπεδο κοσμοσυστήματος, δηλαδή πέραν του κράτους. Όντως, η κρατοκεντρική φάση ενός κοσμοσυστήματος διακρίνεται από τη συγκρότηση πλειάδας ανεξάρτητων πολιτικών εξουσιών – τις οποίες ενσαρκώνουν τα κράτη –, δεν αναπτύσσει όμως ένα κοσμο-πολιτειακό σύστημα, όπως κατά την περίοδο της μετα-κρατοκεντρικής οικουμένης, που θα λειτουργούσε εναρμονιστικά και κανονιστικά για το σύνολο. Στις σχέσεις μεταξύ των κρατών, επομένως, η πολιτική προσλαμβάνεται ως καθαρή δύναμη η οποία δεν καλύπτεται από ένα εξουσιαστικά ή μάλλον πολιτειακά δομημένο περιβάλλον. Γι αυτό και η νομιμοποίησή της ιδίως δε η μεταβολή της σε αποφασιστικό κανόνα επιδιώκεται από το ηγεμονικό σύμπλεγμα είτε μέσω του κράτους – δηλαδή με τον πειθαναγκασμό του - είτε μέσω διακρατικών θεσμών ή συνεργειών στις οποίες ηγεμονεύει (πχ ΟΗΕ). Το γεγονός αυτό υποχρεώνει το ηγεμονικό σύμπλεγμα και προπαντός την υπερδύναμη σε συνεχή επιβεβαίωση της θέσης της έναντι των επιμέρους (κρατικών) εξουσιών, με γνώμονα την υπεροχή της στους συσχετισμούς δυνάμεων. Το αντιφατικό εν προκειμένω είναι ότι η υπερδύναμη και γενικότερα το ηγεμονικό σύμπλεγμα, στην εποχή της ‘παγκοσμιοποίησης’ αντλεί ολοένα πιο σημαντικό μέρος της ευημερίας του από έναν χώρο – πέραν της επικράτειάς του - που δεν ελέγχει ως σύστημα εξουσίας αλλά ως δύναμη. Εξού και το κόστος της ευημερίας είναι μεγαλύτερο, σε σχέση με την εποχή της κρατικής κυριαρχίας - στην οποία εμπεριέχεται και η αποικιοκρατία - όπου η δημιουργία πλούτου ήταν βασικά εσωτερική υπόθεση του κράτους. Δεν αναφέρομαι μόνο στη διαρκώς ογκούμενη δυσαρμονία μεταξύ νομιμοποίησης (που περιέχει δυνάμει η έννοια της εξουσίας) και βίας (που συναρτάται από τις αντιστάσεις των επιμέρους λαών) αλλά και στους αντιλόγους που επιδέχεται η διαρκώς παρούσα διαιρετική τομή μεταξύ εσωτερικού συστήματος (με δημοκρατικό αξιακό υπόβαθρο κλπ) και εξωτερικής ‘δυναστικής’ λειτουργίας, οι οποίοι δεν είναι εξορισμού προφανές ότι απορροφώνται χωρίς κραδασμούς στο ισοζύγιο της εσωτερικής πολιτικής ζωής.
Στο νέο αυτό περιβάλλον, το ερώτημα δεν είναι αν θα κινδυνεύσει η ηγετική θέση των ΗΠΑ αλλά εάν θα ηγεμονεύσουν μόνες τους τον αιώνα μας ή όχι. Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν φαίνεται ότι η Ευρώπη ή η Ρωσία θα αποδειχθούν ικανές να εξισορροπήσουν την αμερικανική ηγεμονία. Θα μπορούσε όμως να τις συσπειρώσει η είσοδος της Κίνας στο προσκήνιο στο πολύ μακρινό μέλλον.
Σε κάθε περίπτωση, το διακύβευμα στις μέρες μας δεν εστιάζεται στον ΟΗΕ αλλά στο σύστημα της παγκόσμιας κυριαρχίας. Η διελκυστίνδα σχετικά με τον ΟΗΕ συνέχεται αφενός, με την προσπάθεια των μεν να οχυρωθούν πίσω από αυτόν για να υποχρεώσουν τις ΗΠΑ να τους αποδεχθούν ως συνεταίρους της ηγεμονίας και αφετέρου, με την ανάγκη των ΗΠΑ να ελαχιστοποιήσουν το κόστος της ‘Νέας Τάξης’, νομιμοποιώντας την μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας. Και στη ‘Νέα Τάξη’ ο ΟΗΕ (και οι άλλοι ‘διεθνείς’ θεσμοί) θα εξακολουθήσει να παίζει τον ιστορικό του ρόλο: την εξουσιαστική θέσμιση της βούλησης του ηγεμόνα και τη νομιμοποίηση των πολιτικών του. Το κανονιστικό περιβάλλον του κόσμου θα απεικονίζει, με τη σειρά του – λόγω ακριβώς του κρατοκεντρικού χαρακτήρα της φάσης που διέρχεται το σημερινό κοσμοσύστημα -, τη λογική των συσχετισμών δύναμης δηλαδή μια συμβατή συνθήκη με το συμφέρον του ηγεμονικού συμπλέγματος.
1 σχόλιο:
για αυτο το αρθρο μιλουσα.
Δημοσίευση σχολίου