Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Ο Γ.Κοντογιώργης στον Σκάι Τ/Ο, 29.12.2012.Για το ζήτημα της ευθύνης του πολιτικού προσωπικού, με αφορμή την υπόθεση Γ.Παπακωνσταντίνου.





by LoMak62




Παρέμβαση του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη, στις 29.12.12, στην εκπομπή "Καλημέρα ΣΚΑΪ" και στον δημοσιογράφο Γιώργο Αυτιά. Για το ζήτημα της ευθύνης του πολιτικού προσωπικού, με αφορμή την υπόθεση Γ.Παπακωνσταντίνου.

Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Ο Γ. Κοντογιώργης στον ΣΚΑΪ TV - 15.12.2012.





by LoMak62




Παρέμβαση του Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης και πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργου Κοντογιώργη, στις 15.12.2012, στην εκπομπή "Καλημέρα ΣΚΑΪ" και στον δημοσιογράφο Γιώργο Αυτιά.

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

Γ.Κοντογιώργης, 12/2008. Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Εκδόσεις Ιανός, 2009.

Γ.Κοντογιώργης, 12/2008. Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Εκδόσεις Ιανός, 2009. Απόσπασμα του βιβλίου 3.

δ. Η διαχείριση της αμφισβήτησης

Έχει ενδιαφέρον να σταθεί κανείς για λίγο στο σκεπτικό της αντιμετώπισης των γεγονότων του Δεκεμβρίου. Η κυβέρνηση προέκρινε το δόγμα της «αμυντικής», όπως τη χαρακτήρισε, διαχείρισης των διαδηλωτών. Το δόγμα αυτό δημιουργούσε μια ουσιώδη ταύτιση των νέων που διαδήλωναν την οργή τους με τους «κουκουλοφόρους», οι οποίοι έθεσαν σε εφαρμογή την ιδεολογία της «καταστροφής». Με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση εκτιμούσε ότι θα εδικαιολογείτο η επιλογή της να μην προστατεύσει τη δημόσια και την ιδιωτική περιουσία καθώς και την ασφάλεια των πολιτών, αφού δεν διαχωριζόταν με σαφήνεια εάν η καταστροφή του κέντρου της Αθήνας (και πολλών άλλων πόλεων) οφειλόταν στους μεν ή στους δε. Αποσιωπείτο έτσι ότι τελικά το δίλημμα δεν ήταν η υιοθέτηση μιας «επιθετικής» συλλήβδην (η έννοια του κράτους τιμωρού) τακτικής έναντι των διαδηλωτών ή της «αποχής» από την εκπλήρωση του σκοπού του, η οποία το καθιστούσε ουσιαστικά συνένοχο, εξίσου με τους φορείς της καταστροφής, έναντι της κοινωνίας. Το διακύβευμα του κράτους ήταν, πολύ απλά, να αναλάβει τις ευθύνες του σε ό,τι αφορά στην εκτροπή της αστυνομικής δύναμης από το σκοπό της (που ενοχοποιείται για τον θάνατο του ατυχούς εφήβου) και, εντέλει, για την απαξίωσή της. Συγχρόνως εκαλείτο να εκπληρώσει την αποστολή του ως φορέας του δημόσιου συμφέροντος. Αποστολή, η οποία συνίστατο αφενός στη διασφάλιση των όρων της πολιτικής αμφισβήτησης των νέων και αφετέρου στη δημιουργία μιας πλήρους ομπρέλας για την προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών και, εννοείται, του χώρου τον οποίον ενσαρκώνει. Αντί γι’αυτό, εμφανίσθηκε να παρακολουθεί ως θεατής, να επιτρέπει την αλόγιστη καταστροφή και, στη συνέχεια, να θεωρεί αυτονόητη την κάλυψη της ζημιάς από την κοινωνία (από τους φορολογουμένους). Ωστόσο, θα είχε ενδιαφέρον να διερωτηθεί κανείς πώς θα αντιδρούσε ο πολιτικός ή ο κουκουλοφόρος «αντιεξουσιαστής» εάν η κοινωνία αποφάσιζε να αναλάβει η ίδια, έστω προς στιγμήν, την αρμοδιότητα του «κυρίαρχου λαού» που της έχει απαλλοτριώσει το κράτος, και ανταπέδιδε, δίκην απονομής δικαιοσύνης για τη βλάβη που υπέστησαν τα μέλη της, επιβάλλοντας ποινή ανάλογη στους καταστροφείς ή στους παραβάτες της αποστολής τους. Διότι είναι προφανές ότι όπως ο πολιτικός μεριμνά πρωταρχικά για τη διαφύλαξη των ιδίων του αγαθών, έτσι και ο «αντιεξουσιαστής» φροντίζει να εμπραγματώνει την ιδεολογία του, καταστρέφοντας ή «απαλλοτριώνοντας» τις ζωές ή τα περιουσιακά αντικείμενα των άλλων. Όχι τα δικά του.
Το ερώτημα, ωστόσο, σε ό,τι αφορά ειδικότερα στο ρόλο της αστυνομίας έχει να κάμει με το σκοπό για τον οποίο προορίζεται. Διότι διαφορετικά θα εκπαιδευθεί και θα λειτουργήσει εάν προέχει η εκπλήρωση του δημοσίου συμφέροντος (η υπεράσπιση του πολίτη κ.λπ.) ή η εξυπηρέτηση των νομέων του κράτους. Για την πρώτη αποστολή απαιτείται η ανάλογη εκπαίδευση της αστυνομίας, όπως για παράδειγμα για την ασφάλεια της ζωής και της περιουσίας των ανθρώπων, για την παροχή συνδρομής στους έχοντες ανάγκη, για την φύλαξη των νόμων, για την σύλληψη της παραβατικής συμπεριφοράς και άλλα παρόμοια. Για την άλλη αποστολή δεν χρειάζεται η εκπαίδευση της αστυνομίας για να ανταποκριθεί στις αποστολές αυτές. Αντιθέτως ο αστυνομικός εκπαιδεύεται να είναι προσηνής στους νομείς του κράτους που εντέλλεται να υπηρετήσει, όπως για παράδειγμα να εκτελεί δουλειές (λ.χ. να πληρώνει τους λογαριασμούς, να φροντίζει τον κήπο, να ψωνίζει κ.λπ.) του σπιτιού, να εκπληρώνει χρέη οδηγού, καφετζή ή τηλεφωνητή, να πηγαίνει τα παιδιά στο σχολείο ή την σύζυγο στα μαγαζιά και στο πλαίσιο αυτό να ανταποκρίνεται στις πλείστες όσες κομματικές εργασίες.
Είναι φυσικό ότι η αποστολή αυτή των «σωμάτων ασφαλείας» αφήνει μεγάλα περιθώρια αυτονόμησης του προσωπικού τους και, συνακόλουθα, εξυπηρέτησης του ιδίου συμφέροντος. Η διάσταση αυτή της λειτουργίας του αστυνομικού μπορεί να περιλαμβάνει τη συμμετοχή του στο οργανωμένο έγκλημα, την παροχή προστασίας ή υπηρεσιών ασφάλειας σε ιδιώτες, την επιλεκτική ασφάλεια των πολιτών που προστρέχουν στη βοήθειά του, την προσποίηση άσκησης του υπηρεσιακού του καθήκοντος κ.λπ.
Στην επιλογή της ιδιοποίησης και, κατ’ επέκταση, της εκτροπής του αστυνομικού έργου από τον δημόσιο σκοπό του, πρέπει να ειπωθεί ότι διαπιστώνεται μια πλήρης διακομματική συμφωνία. Στο κλίμα αυτό εγγράφεται και η ομολογημένη «συγκατάνευση» του πολιτικού προσωπικού σε διαστάσεις του οργανωμένου εγκλήματος, με αντάλλαγμα την ενίσχυση της εκλογικής του πελατείας (π.χ. η υπόθεση των Ζωνιανών) ή στη διαιώνιση της δυναμικής αμφισβήτησης του συστήματος (η περίπτωση της τρομοκρατίας ή των «αντιεξουσαστών» φορέων της καταστροφής), μεταβάλλοντάς τους τελικά σε συνομιλητές και, ουσιαστικά, σε αντικειμενικούς συμμάχους στη νομιμοποίησή του.
Σε κάθε περίπτωση, ο συνδυασμός της ιδιοποίησης του κράτους με την απαξίωση και την ουσιαστική διάλυση σημαντικών τομέων του, εξηγεί γιατί η παραβατική συμπεριφορά βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής, οι δε συντελεστές της έχουν επιλέξει τη συμμετοχή τους στο δημόσιο χώρο ως όχημα για την απόδοσή τους στην κοινωνία, καθαγιασμένους και ευυπόληπτους. Κατά τούτο, μπορεί να θεωρηθεί ότι το κράτος αυτό λειτουργεί ως ένα δυνάμει λεηλατικό εκτροφείο, με το οποίο ανατροφοδοτείται η ανομία, η διαφθορά, το έγκλημα, η τρομοκρατία και η ιδεολογία της καταστροφής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ευτελισμό του ιδίου, κυρίως όμως για την συνεπαγωγή της κοινωνίας σε κατάσταση ασφυξίας, για την ομηρία της χώρας και για την ύφανση καταλυτικών για το μέλλον της εξωτερικών εξαρτήσεων.

Ο Γ.Κοντογιώργης για τα εθνικά θέματα σε ώρα κρίσης




Ο καθηγητής πολιτικής επιστήμης και πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης απαντά στα ερωτήματα της εκπομπής "Στον ενικό" του Νίκου Χατζηνικολάου, της 3.12.2012, με θέμα «Εθνικά θέματα: Η ώρα της αλήθειας».

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Ο Γ.Κοντογιώργης στο "Κόντρα Τσάνελ" (26.11.2012): Η κοινωνία ως υποζύγιο για την κατάκτηση πολιτικής ηγεμονίας από την κομματοκρατία και νομιμοποίησης της κατοχής της







Ο καθηγητής πολιτικής επιστήμης και πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης απαντά στα ερωτήματα της εκπομπής του Kontra Channel "Επί του Πιεστηρίου" της 26.11.12.

Οι μηχανισμοί του κράτους κατοχής και οι ολιγαρχικές συμμορίες που το νέμονται παραμένουν ανέγγιχτα,  έτοιμα να "διαχειρισθούν"  τις "δόσεις" του κάθε νέου δανείου, κατά τον "τρόπο" τους και το συμφέρον των σιτιζομένων στο πρυτανείο τους.  Η εναλλαγή του κομματικού κατεστημένου στην εξουσία είναι απολύτως αδιέξοδη, αφού όλες οι πολιτικές δυνάμεις συμφωνούν στο ουσιώδες της διατήρησης των δομών του βαθέως κράτους.
Η ίδια η "Αριστερά", αγκυλωμένη στο παρελθόν της, διατηρεί μια άκρως προβληματική σχέση με την εθνική συλλογικότητα, επειδή προσεγγίζει τον φορέα της, την κοινωνία των πολιτών, ως υποζύγιο για την κατάκτηση της  πολιτικής ηγεμονίας και εξουσίας. Εξακολουθεί να διακηρύσσει το σωτηριακό "ιστορικό της πεπρωμένο", που είναι η καθοδήγηση και όχι η αντιπροσώπευση της κοινωνίας. Γι'αυτό και αντιμετωπίζει  με απέχθεια την προοπτική μιας θεσμικής ενσωμάτωσης της κοινωνίας των πολιτών στην πολιτεία.  Ισχυρίζεται ότι αρκεί να ανέβη αυτή στην εξουσία για να βρει ο "λαός" τη θέση που του ταιριάζει σ'αυτήν. Όμως, ενόσω χρόνο η κοινωνία των πολιτών έστελνε την "Αριστερά" στο εκλογικό περιθώριο, η τελευταία επιχειρούσε να στρέψει εναντίον της πρώτης τους οικονομικούς μετανάστες, επικαλούμενη την ανωτερότητα των "δικαιωμάτων", έναντι της "ελευθερίας", της ολιγαρχικής ετερότητας έναντι της δημοκρατικής αυτονομίας. Η ίδια αυτή "Αριστερά" προτάσσει μια εκδοχή του περιβάλλοντος,  αποφλοιωμένη από το κοινωνικό της διακύβευμα, η οποία προόρισται να μεταβάλλει τη "χώρα" σε "χώρο", καθώς και μια αντίληψη του οικονομικού συστήματος, που αναπέμπει την κοινωνία στην εποχή των σπηλαίων .   
Η απομάκρυνση της "Αριστεράς" από το διακύβευμα της προόδου, την οδήγησε να οικοδομήσει την πολιτική της ρητορική για την κρίση, αφενός στην άρνηση της ελληνικής ιδιαιτερότητας -της προφανούς αναντιστοιχίας του τριτοκοσμικού νεοτερικού τύπου κράτους προς το ανθρωποκεντρικό ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας- και , συνακόλουθα, στη μετάθεση της ευθύνης για την κρίση στην Ευρώπη. Και αφετέρου, στον ισχυρισμό της ηθικής της ανωτερότητας έναντι του αντιπάλου. Εάν αναλογισθεί κανείς ποιοί θα μας κυβερνήσουν σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της "Αριστεράς", μόνο μελαγχολία και τρόμος μας αναλογεί .  
Στον αντίποδα, για να ξαναγίνει η χώρα συνομιλητής με την "τρόικα" προϋποτίθεται η άρση των αιτίων της ελληνικής κρίσης, δηλαδή η εκ βάθρων ανασυγκρότηση των πυλώνων της ιδιοποίησης του πολιτικού συστήματος, της δημόσιας διοίκησης και η ανάκληση της νομοθεσίας που οικοδομεί τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Για να γίνει όμως αυτό, απαιτείται η δημιουργία μιας θεσμικά δομημένης  νέας πολιτειακής σχέσης μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και της πολιτικής εξουσίας , που θα εξαναγκάζει την πολιτική τάξη να πολιτεύεται εθνικά ή, με διαφορετική διατύπωση, κατά το κοινό συμφέρον.