Τρίτη 14 Απριλίου 2009

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ, 12/2008.Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Σελίδες: 232 .Τιμή: 19€ ISBN: 978-960-6882-03-6

Από τις εκδόσεις IANOS κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη «12/2008, Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος», στο οποίο ανατέμνει την κρίση του ελληνικού πολιτικού συστήματος και τον χαρακτήρα του αδιεξόδου της νεοτερικότητας με αφορμή την πρόσφατη εξέγερση της νεολαίας και την παγκόσμια χρηματοπιστωτική αναταραχή. Συγχρόνως διαλογίζεται για την κατεύθυνση της εξέλιξης που αναμένεται να λάβει ο κόσμος στο περιβάλλον του 21ου αιώνα.
Όντως ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι η στασιαστική έκφραση της οργής των νέων του περασμένου Δεκεμβρίου, ανεξαρτήτως της αφορμής που την προκάλεσε και της άμεσης αιτιολογίας της, ανέδειξε με μεγάλη καθαρότητα το αδιέξοδο της εποχής μας. Αδιέξοδο που οφείλεται στην ανατροπή της ισορροπίας μεταξύ κοινωνίας, κράτους και αγοράς, υπέρ της πολιτικής κυριαρχίας της τελευταίας. Αδιέξοδο με ειδικότερα ελληνικά χαρακτηριστικά, τα οποία τη φορά αυτή προέβαλαν στην παγκόσμια σκηνή ως προάγγελος γενικότερων εξελίξεων που δεν εγγράφονται στην περιοχή της παραδοσιακής αμφισβήτησης. Το γεγονός αυτό εξηγεί, άλλωστε, γιατί οι πολιτικές δυνάμεις παρακάμφθηκαν με τόση ευκολία από τους νέους, στα συναισθήματα των οποίων οι διακινητές της ιδεολογίας της καταστροφής επικράτησαν κατά κράτος και καρπώθηκαν εξ ολοκλήρου την οργή τους, δίδοντάς της διαστάσεις τυπικής εξέγερσης. Με δεδομένη την αίσθηση του αδιεξόδου, που έγινε εμφανής στο πρόταγμα της ελληνικής νεολαίας, είναι όμως εξίσου κατάδηλη στο σύνολο της νεοτερικής σκέψης, ο συγγραφέας επέλεξε να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη διερώτηση για τη σημειολογία της κρίσης, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη μιας προβληματικής για την κατεύθυνση της εξέλιξης. Στο πλαίσιο αυτό, διεξάγει ένα γόνιμο διάλογο με θεμελιώδεις έννοιες της εποχής μας, όπως της δημοκρατίας και της αντιπροσώπευσης, της αγοράς και του οικονομικού συστήματος, της ελευθερίας και των δικαιωμάτων, της αναρχίας και της ιδεολογίας της καταστροφής, της συλλογικής ταυτότητας και της κοσμο-πολιτειότητας, προκειμένου να αναδείξει το βάθος του γνωσιολογικού αδιεξόδου και του συντηρητικού εγκιβωτισμού της νεοτερικότητας. Πρόθεση του συγγραφέα δεν είναι να κατευθύνει τη σκέψη των νέων, αλλά να συμβάλλει στην αποδέσμευσή της από τα απολιθωμένα στερεότυπα της νεοτερικής γνωσιολογίας που την κρατούν δέσμια ποικίλλων όσων αναχρονισμών και προκαταλήψεων.






Ακολουθεί το κείμενο της προδημοσίευσης του βιβλίου
στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία,
Κυριακή 5 Απριλίου 2009

Ο Δεκέμβρης και η διαφθορά
Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΠΑ

Στο νέο βιβλίο του με τίτλο «12/2008: Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος» (εκδόσεις «Ιανός»), ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης παίρνει ως αφορμή την έκρηξη της νεολαίας το Δεκέμβριο προκειμένου να μιλήσει για την κρίση του πολιτικού συστήματος, την αδυναμία των κομμάτων να ανταποκριθούν στα αιτήματα των καιρών και για τη σταθερή ασυμβατότητα του κράτους με το πολιτικό ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα (πρώην πρύτανη του Παντείου) «το διακύβευμα για την ελληνική κοινωνία επικεντρώνεται στην απελευθέρωσή της από το κράτος, δηλαδή από τη λογική της κομματοκρατίας, και όχι στην περαιτέρω διεύρυνση της ομηρίας της, υπό οποιονδήποτε (αριστερό ή δεξιό) μανδύα».
*Ο συγγραφέας πιστεύει ότι η δυσμορφία του ελληνικού κράτους, κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, εκδηλώνεται με τον εγκιβωτισμό της κοινωνίας στην ιδιωτική σφαίρα, τη μονοπώληση του πολιτικού συστήματος από το κράτος και τη μη ανταποκρισιμότητά τους προς τις θεμελιώδεις προσδοκίες της κοινωνίας: «Στο ελληνικό κράτος απουσιάζει η έννοια της κύρωσης... Απουσία που συνδυάζεται με τη διάχυτη ανομία, η οποία διευκολύνει τη συναλλαγή και, μάλιστα, τη διαμόρφωση θυλάκων ιδιωτείας στο εσωτερικό του κράτους και το σφετερισμό των λειτουργιών του».
*Βασικός μηχανισμός της ιδιοποίησης είναι το κόμμα. Κι αυτό προκύπτει σε όλα τα επίπεδα. Παράδειγμα το θέμα της διαφθοράς στην κορυφή.
Για τον Γ. Κοντογιώργη υπάρχει ένα κλίμα διακομματικής συναίνεσης σε ό,τι αφορά την ασυλία του πολιτικού προσωπικού. Η άποψή του είναι ότι η σκανδαλολογία έχει στόχο «να πληγεί πολιτικά ο αντίπαλος, ουδέποτε όμως για να εκτεθεί στη Δικαιοσύνη. Το πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να μην ανέχεται την τιμωρία ούτε των μικρών πολιτικών αξιωματούχων για κατάχρηση της θέσης τους».
Αυτά και πολλά άλλα συγκροτούν το σώμα της κρίσης και τροφοδοτούν την «αντικρατική ψυχολογία» της κοινωνίας των πολιτών και παραλλήλως εξηγούν τη «συμπαθητική» προσήνεια την οποία η κοινωνία επιδεικνύει συχνά έναντι του λεγόμενου «αντιεξουσιαστικού» χώρου και, μάλιστα, στο λόγο της τρομοκρατίας.
Στις συνθήκες αυτές οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας και της ανανεωτικής αριστεράς αδυνατούν να επεξεργασθούν μια έστω υποτυπώδη πρόταση εναλλακτικής αναδόμησης, αλλά εμφανίζονται να προκρίνουν ένα ρόλο ομάδων διαμαρτυρίας: «Οι μεν δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας υιοθέτησαν ως κεντρικό πολιτικό στόχο τη συμμετοχή τους στη διαχείριση της "νέας οικονομικής τάξης", οι δε δυνάμεις της ανανεωτικής αριστεράς επιχειρούν να διεμβολίσουν το σύστημα υπό ένα πρίσμα που δεν διακρίνει εμφανώς τις διαφορές του με το "αντιεξουσιαστικό πρόσημο"».
Ας δούμε απόσπασμα του βιβλίου, που αναφέρεται στην «ιδεολογία της καταστροφής»:
«Είναι ιστορικά βεβαιωμένο ότι η ιδεολογία της καταστροφής -όπως και εκείνη της αποδόμησης- δεν οδηγεί στην επανάσταση, ούτε στο μετασχηματισμό της κοινωνίας με πρόσημο την ελευθερία. Δεν συνάδει με την επανάσταση για τον απλό λόγο ότι υιοθετείται ως μορφή δράσης από κοινωνικούς διατάκτες και, ενδεχομένως, από κοινωνικά στρώματα που δεν διαθέτουν θετικό κοινωνικό και πολιτικό πρόταγμα για το μέλλον.
»Στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε να καταγραφεί ως στάση ή ως εξέγερση, της οποίας όμως το κίνητρο ανάγεται στην απελπισία και, κατά τούτο, στοχεύει, από την πλευρά των απελπισμένων, στην ενσωμάτωσή τους στο σύστημα με καλύτερους όρους, όχι όμως στη μετάλλαξή του.
»Αντιθέτως, η επανάσταση αποβλέπει είτε στην ανασύνταξη των παραμέτρων (της οικονομίας, της πολιτικής κ.λπ.) της κοινωνίας σε μια βάση που θα διασφαλίσει την ηγεμονία τους είτε στη μεταβολή της σύνολης (κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής) πολιτείας ώστε η κοινωνία να συμμετάσχει με εταιρικούς όρους στη λειτουργία της.
»Η καταστροφή, στο πλαίσιο αυτό, στοχοποιεί μόνο ό,τι εμποδίζει τη δράση ή εγγράφεται ως αναπόφευκτη για την οικοδόμηση της επόμενης μέρας. Δεν καταγράφεται ως αυτοσκοπός, ούτε ως μέσο εξαθλίωσης των μαζών προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαστική τους προσχώρηση στο "πελατειολόγιο" των φορέων της. Ωστε, η καταστρροφή ως αυτοσκοπός ή ως πεδίο της "επανάστασης" αποτελεί μια κατ' εξοχήν αντικοινωνική και, γι' αυτό, αντεπαναστατική και αντιδραστική πρακτική που αποβλέπει αποκλειστικά στην πελατειακή πύκνωση των τάξεων των αυτουργών της.
»Κατά τούτο, όχι μόνο δεν συνδέθηκε ποτέ με μια προοδευτική προοπτική της εξέλιξης αλλά και συνέβαλε σταθερά στην επιτάχυνση της επιστροφής των δυσαρεστημένων κοινωνικών στρωμάτων στη θαλπωρή της κατεστημένης εξουσίας και στην ασφάλεια του συστήματος της πολιτικής κυριαρχίας, ενισχύοντας τη νομιμοποίησή του.
»Η επανάσταση, από την πλευρά της, δεν καταστρέφει τα οικονομικά, πολιτισμικά ή άλλα θεμέλια της κοινωνίας. Οικειοποιείται το σύστημα, μετασχηματίζοντάς το προς την κατεύθυνση που επαγγέλλεται, ώστε δι' αυτού να καρπωθεί το γινόμενό του. Η επανάσταση απελευθερώνει την κοινωνία, δεν στρέφεται εναντίον της, δεν την ποδηγετεί, ούτε δυσπιστεί προς αυτήν.
»Οι επαναστάσεις που ιδιοποιήθηκαν την εξουσία και χρησιμοποίησαν την κοινωνία ως υποστύλωμα της πολιτικής κυριαρχίας των φορέων τους μετήλθαν την τρομοκρατία και μεταβλήθηκαν εντέλει σε αυταρχικά ή και ολοκληρωτικά καθεστώτα.
»Η ιδεολογία της καταστροφής, εξίσου με την ιδεολογία της αποδόμησης, διαλογίζεται προφανώς με τις προϋποθέσεις του 19ου και υπό μία έννοια του 20ού αιώνα, όταν το κοινωνικό πρόβλημα ετίθετο κατά τρόπο μονοσήμαντο και αποκλειστικά με όρους εξουσιαστικής διαμεσολάβησης των φορέων της πολιτικής. Στις μέρες μας το κοινωνικό πρόβλημα συνδυάζεται αφενός με τη διαπίστωση ότι η διαμεσολάβηση ως τρόπος πολιτικής "εκπροσώπησης" έχει εξαντλήσει τον ιστορικό της βίο και αφετέρου με το αίτημα της κοινωνίας των πολιτών να αναλάβει η ίδια έναν πιο ενεργό ρόλο στην πολιτική λειτουργία. Αν και το ζήτημα της πολιτειακής χειραφέτησης της κοινωνίας τίθεται για την ώρα σε ηθικές βάσεις, η αμφισβήτηση της λογικής της διαμεσολάβησης υπό το πρίσμα της οποίας εξακολουθούν να την αντιμετωπίζουν οι αυτόκλητες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις είναι δεδομένη.
»Και τούτο διότι γίνεται ολοένα και περισσότερο εμφανές ότι η έννοια της διαμεσολάβησης όχι μόνο δεν έχει αντιπροσωπευτικό πρόσημο αλλά και ακυρώνει την αντιπροσωπευτική αρχή στη σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής. Η διαμεσολάβηση προσεγγίζεται εφεξής μάλλον υπό το πρίσμα της χειραγώγησης, ενώ οι θεμιτές, άλλοτε, πρακτικές που νομιμοποιούσαν τις σχέσεις δύναμης και αντιμετώπιζαν το κανονιστικό περιβάλλον του συστήματος ως απλό "μέσον" για την πραγμάτωση του κοινωνικού σκοπού ορίζονται ως συμπεριφορές που τρομοκρατούν τη σκέψη, την ελεύθερη έκφραση και τη δημόσια λειτουργία του πολίτη.
»Οσο η αμφισβήτηση της "αυθεντίας" της ηγεσίας και της διαμεσολάβησης διογκώνεται, τόσο εκδηλώσεις που υπαγορεύει ο φόβος της απώλειας ρόλων πολλαπλασιάζονται.
»Η ιδεολογία της καταστροφής απεχθάνεται εξίσου με την ιδεολογία της εξουσίας τη λαϊκή χειραφέτηση και, κατ' επέκταση, την πολιτειακή αυτοθέσμιση της κοινωνίας. Και οι δύο θεωρούν ότι η "καθοδήγηση" αποτελεί αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα, στο οποίο η κοινωνία οφείλει να συγκατανεύσει. Η "απαλλοτρίωση", η "κατάληψη", η "διαρπαγή" συνιστούν εκφορές αυτού του δικαιώματος, το οποίο λειτουργεί ως αντίβαρο στην εξουσιαστική ιδιοποίηση των συντεταγμένων πολιτικών δυνάμεων.
»Στην αντιπαράθεση αυτή το κοινωνικό ή το δημόσιο αγαθό αποτελεί το λάφυρο, όχι το διακύβευμα της ελευθερίας. Υπό την έννοια αυτή η "κατάληψη" του δημόσιου χώρου, που έχει καθιερωθεί στο πλαίσιο του ελληνικού πολιτειακού περιβάλλοντος ως τρέχουσα, και, μάλιστα, ως αυτονόητη πολιτική πρακτική των δυνάμεων της διαμεσολάβησης, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως η ακραία εκδήλωση ιδιοποίηση ενός κοινωνικού αγαθού που οδηγεί με ακρίβεια στην ομηρία της κοινωνίας.
»Η θυματοποίηση της κοινωνίας ως μορφή αντιπαράθεσης μεταξύ των δυνάμεων της διαμεσολάβησης υποδηλώνει την πρόταξη του ιδίου συμφέροντος ως τελικού σκοπού της πολιτικής, δηλαδή ως υπέρτερου του συμφέροντος του συνόλου. Εξ ου και οι φορείς της λογικής των "καταλήψεων" (για παράδειγμα οι παραταξιάρχες του πανεπιστημιακού χώρου), αρνούνται με βδελυγμία την όποια εκχώρηση του δικαιώματος του εντολέα στο σώμα τής (εν προκειμένω φοιτητικής) κοινωνίας και, μάλιστα, του καθ' όλα δημοκρατικού δικαιώματος της κλήρωσης από τα μέλη της των εκπροσώπων στους θεσμούς. Από μια άλλη άποψη, η "κατάληψη" εμφανίζει μια εκλεκτική συγγένεια με την ιδεολογία της καταστροφής, ενώ την ίδια στιγμή, ως μορφή δράσης, σε συνάφεια με τις προεκτάσεις της, ανάγεται στις πηγές της δεσποτικής λογικής της πολιτικής εξουσίας. Κατά τούτο αποτελεί μια κατ' εξοχήν αντιδημοκρατική πρακτική, με σαφείς αυταρχικές προεκτάσεις».

Δεν υπάρχουν σχόλια: